Cabecel - ορισμός. Τι είναι το Cabecel
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Cabecel - ορισμός


Cabecel      
m.
Quinhoeiro principal de uma propriedade indívisa, o qual tinha a seu cargo o pagamento integral do respectivo foro ao senhorio directo, e os pagamentos do rendimento aos demais quinhoeiros.
Cabeçalho ou vinheta, por cima de um escrito.
(De cabeça)
cabecel      
sm (cabeça+el)
1 Dir O enfiteuta escolhido ou nomeado pelos demais para os representar perante o senhorio, pagar o foro anual e responder em juízo por quaisquer obrigações contratuais comuns.
2 Cabeçalho ou vinheta por cima de um escrito.
cabecel      
s.m. (-1320 cf. IVPM)
1 -jur foreiro principal de um imóvel indiviso ou indivisível, responsável pela coleta e pagamento de direitos sobre a propriedade e representante do conjunto dos foreiros da mesma propriedade
2 -gráf m.q. cabeção
-etim cabeça + -el ; ver capit- ; f.hist. 1320 cabeçel -sin/var cabeça-de-destrinça, cabeça-do-prazo, cabeçal, cabedaleiro, cabedeleiro